Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2017

Τελικά η ιστορία γίνεται σιωπή ; Μερικές σκέψεις με αφορμή την ταινία Σιωπή του Μάρτιν Σκορτσέζε



Κάθε φορά που ένα λογοτεχνικό έργο μεταφέρεται στη μεγάλη οθόνη, η πρόκληση για την όσο πιο ακριβή μετάδοση του συναισθήματος του βιβλίου μεγαλώνει. Ειδικά όταν αφορά ένα έργο το οποίο έχει καθολική ισχύ, πέρα από τα στενά εθνικά όρια της Ιαπωνίας, ακριβώς όπως το θέμα που πραγματεύεται. Καθολική είναι η αλήθεια του Χριστού, όπως λέει ο π.Ροντρίγκεζ, για αυτό και ξεπερνά τα όποια στενά ιστορικά και πολιτικά σύνορα.

To ομώνυμο βιβλίο του Σουσάκου Εντο είναι συγκλονιστικό . Γραμμένο με τη μορφή επιστολών περιγράφει όλη τη περιπέτεια, όλο το αγωνιώδες οδοιπορικό των δύο αρχικά Ιησουιτών ιερέων , του Σεμπαστιάο Ροντρίγκεζ και του Φρανσίσκο Γκάρπε, και του Ροντριγκεζ μόνο εντέλει, σε αναζήτηση του παλαιού τους αγαπημένου δασκάλου στο τάγμα ,π.Φερειρα, ο οποίος αποστάτησε, πρόδωσε τη πιστή του , και ζει σε καθεστώς ελεύθερης αιχμαλωσίας θα έλεγε κάποιος. Αλλά το βιβλίο είναι και ένα οδοιπορικό , ένας κακοτράχαλος δρόμος με ανηφόρες και κατηφόρες , στις πιο μύχιες σκέψεις ενός ανθρώπου σε σχέση με τη πιστή του και σε ότι αφορά τη σχέση του με τους συνανθρώπους του.
Καταρχάς είναι χρήσιμο να αναφερθεί ότι έχει γυριστεί άλλη μια ταινία , με απόδοση σεναρίου από τον ίδιο τον συγγραφέα , το 1971, σε σκηνοθεσία του Μασαχίρο Σινόντα, ενός εκ των εκπροσώπων του Ιαπωνικού Νέου Κύματος στον κινηματογράφο. Η πρώτη απόπειρα μεταφοράς του έργου μάλλον αποτυγχάνει να αποδώσει το πνεύμα του βιβλίου στο πανί, αποδεικνύοντας τη δυσκολία ενός τέτοιου εγχειρήματος, και πάρα την ενεργό συμμετοχή του ιδίου του συγγραφέα στη διαδικασία της ταινίας. Με μια μινιμαλιστική, αφαιρετική προσέγγιση, μη γραμμική αφήγηση κάποιες στιγμές, κάποιες κομβικές αλλαγές από το βιβλίο , και άτυχες επιλογές στους ηθοποιούς οι οποίοι παραείναι ξύλινοι για τα κυβικά του θέματος, δεν είναι δυνατόν κάποιος από τους θεατές να εντρυφήσει στο δράμα του βιβλίου. Γενικά η προσέγγιση είναι λίγο παραπάνω ...σιωπηρή από ότι χρειάζεται, μη δίνοντας χώρο στο πρωταγωνιστή να αναπτύξει τις εσώτερες σκέψεις του, όπως τόσο όμορφα κάνει το βιβλίο . Η συγκεκριμένη ταινία είναι λίγο παραπάνω Ιαπωνική από ότι πρέπει από πολιτισμικής πλευράς, όταν έρχεται στις αλλαγές - προσθήκες , ενώ και ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί τη φιλική γλώσσα παραπάνω από ότι πρέπει σε βάρος της θεατρικότητας , που είναι απαραίτητη σε εάν τέτοιο θέμα, γεννώντας κάποια ενδιαφέροντα ερωτήματα , όπως αν είναι δυνατό να γίνει μια καλή προσέγγιση ενός θρησκευτικού ζητήματος από εάν σκηνοθέτη, όχι άλλης ομολογίας απλά , αλλά διαφορετικής εντελώς θρησκευτικής παράδοσης, συνηγορώντας με τα λόγια του π.Φερειρα ότι η Ιαπωνία είναι ένας βάλτος που δεν φυτρώνει τίποτα.
Στην αντίπερα όχθη , η προσέγγιση του  Σκορτσέζε είναι σχεδόν υποδειγματική. Σε αυτό προφανώς βοήθησε και η ίδια η καθολική πιστή του σκηνοθέτη, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την μεταφορά του βιώματος στην οθόνη. Σκηνοθετικά αρίστη, πολύ λιγότερες αλλαγές στο πνεύμα του βιβλίου σενάριά, σχετικά πετυχημένες επιλογές ηθοποιών αλλά και μια στερεοτυπική απεικόνιση κάποιων βασικών Ιαπωνικών χαρακτήρων ( Ινόουε) . Μεταδίδεται τελικά η εσωτερική διαπάλη του κεντρικού ηρώα και η σπαραχτική οδύνη μέσα από την οποία προσπαθεί να βρει τη λύτρωση. Ασφαλώς θα μπορούσαν να έχουν ενσωματωθεί κάποια στοιχεία που απαλείφθηκαν και θα βοηθούσαν στη μετάδοση του νοήματος καλύτερα. Δείχνει να αγνοεί κάπως το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο, σε αντίθεση με την Ιαπωνική αντίστοιχη,, αν και κοινωνικοπολιτικά στοιχεία υπάρχουν γενικά τόσο στο βιβλίο όσο και στη ταινία , μέσα στη πλοκή. Αυτό είναι λογικό , καθώς εστιάζει περισσότερο στην υπαρξιακή αγωνιά της συνάντησης με το Χριστό. Λόγο της υπέρμετρης έμφασης του Ρωμαιοκαθολικισμού στην αμαρτία και στο πάθος καταλήγεις εξουθενωμένος στο τέλος, παλεύοντας και εσύ ο ίδιος κατά τη διάρκεια της προβολής.
Όταν ένας άνθρωπος διαβάζει ένα βιβλίο , ανάλογα με τις επιρροές που έχει , αυτόματα δημιουργεί και τη δική του κινηματογραφική εκδοχή , γυρίζει το δικό του φιλμ στο μυαλό του. Είναι απολύτως λογικό λοιπόν να βρίσκει κάνεις διαφορά στοιχεία που θα μπορούσαν να ενισχύσουν μια ταινία , ανάλογα πως την είχε φανταστεί. Παρόλα αυτά αυτό που λείπει και από τις δυο ταινίες είναι η ραχοκοκαλιά του βιβλίου. Η ραχοκοκαλιά είναι η σχέση του π. Ροντρίγκεζ με τον Ιάπωνα οδηγό  (και συνεχώς εκπεσόντα και ανανήψαντα Χριστιανό με αριστουργηματικό τρόπο ) Κιτσίζιρο, ο οποίος στη ταινία του Σκορτσέζε παρουσιάζεται πιο έξυπνος απο οτι είναι στο βιβλίο, όπου είναι τόσο αδαής και τόσο αφελής όσο χρειάζεται για να βιώσει με συγκεκριμένο τρόπο τα γεγονότα. Η μεταξύ τους σχέση ομοιάζει με τη σχέση του Χριστού με τον Ιούδα . Μόνο που στη περίπτωση του Κιτσίζιρο , προδίδει τον ιερέα ( άρα και το Χριστό ? )και μετανοεί συνεχώς. Γιατί όμως προδίδει συνεχώς ? Γιατί απελπίζεται . Απελπίζεται γιατί ζει τις ίδιες διώξεις ξανά και ξανά. Βαρύτατα τραυματισμένος ψυχικά από τη θανάτωση της οικογένειας του παρότι αποστάτησε. Απελπίζεται από το κόσμο , ο κόσμος τον νικάει. Βιώνει το κόσμο και το χρόνο κυκλικά , όπως συμβαίνει σε όλες τις παγανιστικές θρησκείες εξάλλου, μια επαναλαμβανόμενη οδύνη, και όχι ευθύγραμμα, όπως συμβαίνει στο Χριστιανισμό, η μάλλον καλύτερα , όπως όντως συμβαίνει στην ανθρώπινη ιστορία. Απελπίζεται και είναι αδύναμος . Όμως και ο π.Ροντρίγκεζ απελπίζεται. Απελπίζεται όχι μόνο από τη σιωπή του Θεού , αλλά επειδή έχει μάθει να είναι δυνατός. Εκλαμβάνει τη σιωπή σαν αδυναμία. Σαν αδυναμία του Θεού, που σαν ζωοποιός παράσχει δύναμη και κουράγιο. Αρά η πηγή της δύναμης του στέρεψε. Και φοβάται. Και αμαρτάνει. Γιατί όπως λέει και ο ίδιος ( η μάλλον καλύτερα ο Εντο ) η μεγαλύτερη αμαρτία είναι η απελπισία. Αυτό δείχνει την αδυναμία να εμπιστευτείς και το Χριστό αλλά και τους ανθρώπους. Από την αρχή ο Ροντριγκεζ περιφρονεί τον Κιτσιζιρο, επιτελεί το μυστήριο της εξομολόγησης μηχανικά οπότε του το ζητάει, θαυμάζει την ανυποχώρητη στάση των βασανιζομένων Ιαπώνων Χριστιανών και σαν να θεωρεί τον Κιτσιζιρο κατώτερο. Όσο όμως συνεχίζει τη πορεία του, τη μοναχική πορεία αρχικά, δείγμα της σιωπής του Θεού και των ανθρώπων , καταλαβαίνει όλο και καλύτερα τη στάση του . Στο τέλος του βιβλίου έχουμε ίσως την πιο συγκλονιστική στιγμή. Όταν ο Ροντριγκεζ αποστατεί νωρίτερα, ακούει το Χριστό να του λέει , πατά με , ποδοπάτησε με , για αυτό ήρθα στον κόσμο για να με ποδοπατήσεις ! Στο τέλος πια , οντάς αποστάτης και Βουδιστής , αποδιωγμένος και αποκηρυγμένος από τη μητέρα Εκκλησιά , τελεί το μυστήριο της εξομολόγησης στον συντετριμμένο Κιτσιζιρο , άλλη μια φορά, εκτός ιερατικού σχήματος, όταν τον ακούει να λέει ότι άκουσε και ο ίδιος το Χριστό να του λέει , πατάμε , ποδοπάτησε με, για αυτό ήρθα στο κόσμο για να με ποδοπατήσεις ! Και καταλαβαίνει. Γιατί όπως είχε αναλογιστεί πρωτύτερα , ο Χρίστος δεν ήρθε να σώσει τους όμορφους και δυνατούς αλλά αυτό που είναι άσχημο και δύσοσμο, χαμερπές και ευτελές. Αυτοί τον έχουν ανάγκη. Και καταλαβαίνει ότι η αδυναμία δεν είναι υποτιμητική , όταν συνοδεύεται από ταπείνωση. Αυτή τη ταπείνωση που δεν αντίκρυσε στον π. Φερειρα , αλλά μια έπαρση, όταν τον συνάντησε πια. Για αυτό αν και μιλήσανε , η σιωπή μεταξύ τους παρέμεινε. Αλλά με τον Κιτσίζιρο η σιωπή , η όντως σιωπή έσπασε. Όπως έσπασε και την ώρα της ύψιστης ταπείνωσης , την ώρα της ποδοπάτησης της εικόνας.
Ο π. Ροντρίγκεζ σκεπτόμενος τον Κιτσίζιρο και κάνοντας αναγωγή της μεταξύ τους σχέσης με τη σχέση Χριστού- Ιούδα προσπάθησε να εξηγήσει την απογοήτευση του Χριστού απέναντι στον Ιούδα  όταν του είπε : Ότι είναι να κάνεις κανό γρήγορα , αναφερόμενος στα κατοπινά γεγονότα της προδοσίας. Φτάνει στο σημείο να θεωρήσει τον Ιούδα μαριονέτα στο σχέδιο της θείας οικονομίας ,αντηχώντας προτεσταντίζουσες αντιλήψεις που ο ίδιος καταπολεμούσε υποτίθεται σαν Ιησουίτης. Ψάχνει να βρει κάποιο βαθύτερο νόημα στην πράξη αυτή του Ιησού , για να δικαιολογηθεί και ο ίδιος απέναντι στον Κιτσιζιρο. Μόνο που η απάντηση είναι μπροστά στα ματιά του. Δεν έχει κάποιο βαθύτερο νόημα , σημειολογικά μιλώντας , αυτή η πράξη. Φράσεις όπως η παραπάνω , καθώς και οι πιο γνωστές , Απελθέτο απ’ εμού το ποτηριών τούτο, και Θεέ μου , Θεέ μου γιατί με εγκατέλειψες, είναι δηλωτικές της πληρότητας της ανθρώπινης φύσης του Χριστού. Ο Χριστός προσλαμβάνει σύνολο την ανθρώπινη φύση , με όλα τα πτωτικά παράγωγα της, την οργή , την απογοήτευση , τη κούραση και εν τέλει το θάνατο. Για  αυτό την ανακαινίζει πλήρως. Πλήρως την εξέλαβε , πλήρως την καπνίζει. Τίποτα δεν του είναι ξένο , τίποτα δεν του είναι ανοίκειο από την ανθρώπινη φύση. Παραμένει τρεις μέρες σιωπηλός στο τάφο και απογοήτευση και απελπισία βασιλεύουν. Αλλά με την Ανάσταση του , η ιστορία , η ανθρώπινη ιστορία σπάει τη σιωπή και η ελπίδα επανέρχεται.
Η σιωπή μπορεί να γίνει εκκωφαντική ώρες ώρες , με έναν ήχο πιο διαπεραστικό από οποιονδήποτε ήχο της πόλης, είτε προέρχεται από το Θεό όπως νομίζουμε , είτε από τους ανθρώπους. Απελπισία μας καταλαμβάνει με όσα μας συμβαίνουν . Το παίζουμε δυνατοί για το θεαθήναι όπως κάνουν οι ισχυροί του κόσμου τούτου. Νομίζουμε η δύναμη στην εξωτερική της εμφάνιση είναι ο δρόμος της νίκης και οχυρωνόμαστε στον εαυτό μας ανήμποροι να συναναστραφούμε ουσιαστικά με το συνάνθρωπο. Αλλά όπως λέει και το σύνθημα ΄΄ Στο δρόμο σπάμε τη σιωπή ΄΄. Οπού για να βγεις στο δρόμο, προϋποθέτει έξοδο από σένα και συνάντηση με τον πλησίον . Αλλά συνάντηση σε όλα . Και στα όμορφα και στα άσχημα, και στα εύκολα και στα δύσκολα. Ο αδύναμος δεν θέλει χλεύη και απόσυρση αλλά κατανόηση και αγάπη.
Όλη η πορεία μας στο κόσμο μπορεί να συνοψιστεί στην εξής φράση από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη : ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον.  Αυτό το θαρσείτε  έχουμε ανάγκη να ακούμε απο τον συνάνθρωπο αλλά και να το λέμε κιόλας. Αυτή είναι η πραγματική δύναμη. Και στο τέλος τέλος , με μια δόση υπερβολής , καλύτερα να ποδοπατούμε το Χριστό πάρα να ποδοπατούμε πάνω στις σάρκες των άλλων ανθρώπων.

Υ.Γ.

Για τη Ρόζα , που τέτοιες μέρες πριν ένα περίπου αιώνα , κάποιοι παραχώσαν κάπου το κορμί της ,με συντροφιά της τον Κάρλ Λήμπκνεχτ,  γιατί αρνήθηκε να ποδοπατήσει πάνω στις σάρκες των προλεταρίων του Α Παγκοσμίου Πολέμου και προσπάθησε να νικήσει αυτόν τον σάπιο κόσμο.


Δημήτρης Πλανάς


Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2016

" και ως τον άσωτον Υιόν δέξαι με " * Σκέψεις ενός ασώτου

Κυριακή του Ασώτου σήμερα και η γνωστή παραβολή απο το Ευαγγέλιο του Λουκά ( κεφ.15, στ.11-32 ) πιάνει το νήμα απο εκεί που το άφησε η προηγούμενη Κυριακή , Τελώνου και Φαρισαίου. Στις δύο αυτές παραβολές εξετάζονται τα ζητήματα της υπερηφάνειας ,του εγωισμού,της αδικίας,της ταπεινότητας και εν τέλει της συγχώρεσης και της άνευ όρων αγάπης. Επίσης και στις δύο είναι παρούσα η δυαδική σχέση του ανθρώπου με το Θεό και με το συνάνθρωπο. Η σημερινή προσέγγιση εστιάζει περισσότερο στη συνάντηση μεταξύ ανθρώπων, είναι εσκεμμένα ανθρωποκεντρική.

Μα θα πεί κανείς οτι στη πρώτη παραβολή οι υπόλοιποι άνθρωποι,εκτός του τελώνη και του Φαρισαίου ,απουσιάζουν. Φαινομενικά ναί. Αλλά είναι ακριβώς οι σχέση τους με τους άλλους ανθρώπους _ η μάλλον η μη-σχέση _ που τους οδηγεί στο ναό. Ο Φαρισαίος υποβιβάζει τους πάντες για να ανέβει αυτός . Όποιος δεν ακολουθεί τη "γραμμή" διαγράφεται απο τη Βασιλεία των Ουρανών. Ο τελώνης εκμεταλλεύεται τους άλλους για όφελος δικό του. Όμως έχει αισθανθεί τη μεγαλύτερη αμαρτία που τον οδηγεί συντετριμμένο ενώπιον του Θεού , δηλαδή τη διακοπή της κοινωνίας με τον πλησίον ή αλλιώς την υιοθέτηση μιας στρεβλής , πτωτικής σχέσης με τον άλλον.

Αυτή τη Κυριακή στη παραβολή του Ασώτου όλη η ανθρωπότητα συγκεφαλαιώνεται σε δύο πρόσωπα , το σπλαχνικό πατέρα και τον άσωτο υιό. Μελετώντας κανένας την παραβολή αυτή δε μπορεί παρά να δεί τον εαυτό του στη θέση του υιού στην οποία λίγο πολύ όλοι έχουμε βρεθεί και συνεχίζουμε κάποιες φορές να βρισκόμαστε . Αυτό φυσικά δεν αφορά τα εξωτερικά χαρακτηριστικά αλλά την ίδια την ουσία της ιστορίας.

Απο τη μία πλευρά ο άσωτος υιός .Ασωτία δηλαδή σπατάλη . Σπατάλη τίνος πράγματος όμως ; Το να μείνει κανείς μόνο στην οικονομική έννοια του όρου αποτελεί μεγάλο λάθος που συσκοτίζει την βαθύτερη ουσία.Στη σημερινή εποχή είναι αναγκαία αυτή η βαθύτερη ουσία. Τί είναι λοιπόν ασωτία και σπατάλη ;  Ασωτία είναι η φυγή απο τον πλησίον και η χάραξη ενός μοναχικού δρόμου , η ιδιώτευση. Η αίσθηση οτι δεν χρειαζόμαστε τους άλλους για να πάρει νόημα η ζωή μας. Ασωτία είναι η κατασπατάληση των χαρισμάτων που έχει ο κάθε άνθρωπος , ο αληθινός πλούτος δηλαδή, για την εξυπηρέτηση ιδιοτελών αναγκών , μακριά απο κάθε επιθυμία ανοίγματος αυτών των χαρισμάτων για την ωφέλεια των συνανθρώπων. Ασωτία είναι η σπατάλη της ίδιας της ζωής ,μιας ζωής στερημένης απο την πραγματική επαφή και αγάπη με τους άλλους.

Απο την άλλη μεριά βρίσκεται ο σπλαχνικός πατέρας . Στη περίπτωση αυτή επίσης ,είναι λάθος να μείνει κανείς στο περιτύλιγμα της αφήγησης και να μην δεί το πραγματικό δώρο. Στη θέση της πατρικής φιγούρας βρίσκεται ο κάθε άνθρωπος. Βρίσκεται ο κάθε άνθρωπος τον οποίο θα προσεγγίσουμε με ειλικρίνεια και καθαρή καρδία. Βρίσκεται ο κάθε άνθρωπος που ενώ εμείς τον διώχναμε αυτός ήταν εκεί και περίμενε με ανησυχία. Βρίσκεται ο κάθε άνθρωπος που δεν είχαμε αντιληφθεί και για αυτό δεν είχαμε οικοδομήσει ουσιαστικές σχέσεις. Βρίσκεται ο κάθε άνθρωπος που έχουμε αδικήσει ,εκούσια η ακούσια , και που μια ειλικρινής συγνώμη ξανανοίγει μονοπάτια. Βρίσκεται ο κάθε άνθρωπος που μας έχει αδικήσει στον οποίο οφείλουμε τη συγχώρεση , όσο αυτό είναι μπορετό απο τη πλευρά μας και όσο αντέχουμε και όσο παλεύουμε.

Εν κατακλείδι, η πατρική μορφή στο κάθε άνθρωπο είναι διαφορετική. Για άλλους είναι ο σύντροφος ή η σύντροφος τους. Για άλλους είναι οι φίλοι. Η ποικιλία είναι μεγάλη. Τόσοι δρόμοι όσοι και οι άνθρωποι. Σημασία έχει να βρεί ο καθένας μας αυτούς τους ανθρώπους που θα ξεκλειδώσουν το σεντούκι της καρδιάς και θα βγεί μαζί τους σε άγνωστες πειρατικές θάλασσες  ατενίζοντας διαμέσου αυτών όχι το μέλλον αλλά το παρόν και τη θαυμαστή μεταμορφωσή του.

* Εσπερινός Τριωδίου
                                                                               
                                                                                                                               

                                                                                                                       Δημήτρης Πλανάς        

Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2016

Εγινε ο κόσμος μια σταλιά και πια δε με χωράει ...

Πάντα μια εισαγωγή είναι άχαρη και άβολη, ειδικά όταν αφορά μια νέα προσπάθεια. Για αυτό το λόγο θα είναι σύντομη σαν πρώτη γνωριμία.Αυτό το μπλόγκ αποτελεί συλλογικό έργο. Ενα συλλογικό έργο απο ανθρώπους που πάνω στο έδαφος της καπιταλιστικής κρίσης συγκροτήθηκαν ξανά με νέους όρους απέναντι στη βάρβαρη πραγματικότητα αρνούμενοι να τη δεχτούν ως τέτοια. Ως μια πραγματικότητα μιζέριας και θανάτου. Αντιπροτάσσουν τη δικιά τους κριτική ματιά με κατεύθυνση την ουτοπία της ελευθερίας του ανθρώπου.
Αχώρητος λοιπόν. Για αγίους που χωρούν δε χωρούν στα συναξάρια. Για ανθρώπους που δε χωρούν στις σελίδες της ιστορίας . Για ψυχές που δε χωρούν μέσα στα σύνορα μιας χώρας. Για αφηγήσεις που δε χωρούν στα βιβλία. Για όλα αυτά που δε χωράνε μέσα μας.